ποδηλατοδρόμιο

ποδηλατοδρόμιο
το, Ν στάδιο με πίστα για αγώνες ποδηλατοδρομίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποδήλατο + -δρόμιο (< -δρομος), απόδοση τού γαλλ. velodrome. Η λ., στον λόγιο τ. ποδηλατοδρόμιον, μαρτυρείται από το 1889 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν τού Ν. Κοντοπούλου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Olympiacos F.C. — For the parent multisport club, see Olympiacos CFP. Olympiacos Full name …   Wikipedia

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”